- ὑποκριτήν
- ὑποκριτήςone who answersmasc acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προσεπαινώ — έω, ΜΑ επαινώ κάτι επιπροσθέτως («τὸν κωμικὸν ὑποκριτὴν προσεπαινέσας», Αισχίν.) … Dictionary of Greek